Τελούμε σήμερα,
Σεβασμιώτατοι εν Χριστώ αδελφοί,
Προσφιλέστατοι συμπρεσβύτεροι
και Διάκονοι,
Οσιώτατοι μοναστές και μονάστριες,
Εντιμότατοι άρχοντες και
αγαπητοί αδελφοί Χριστιανοί,
Τελούμε σήμερα πανδήμως το ετήσιο μνημόσυνο του μακαριστού Μητροπολίτου Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης και πολυσεβάστου γέροντός μας κυρού ΙΕΡΟΘΕΟΥ.
Τελούμε το μνημόσυνο του αοιδίμου Ιεράρχου κατά χρέος τιμής και αγάπης, επαναλαμβάνοντας τα λόγια του σοφού της Παλαιάς Διαθήκης : «Ουκ αποστήσεται το μνημόσυνον αυτού, και το όνομα αυτού ζήσεται εις γενεάς γενεών. Την σοφίαν αυτού διηγήσονται έθνη, και τον έπαινον αυτου εξαγγελεί εκκλησία» (Σοφ. Σειρ. 39, 9-10). Δηλαδή : Η μνήμη του δεν θα χαθεί και το όνομά του θα ζει εις γενεάς γενεών. Οι λαοί θα διηγούνται τη σοφία του και η Εκκλησία θα αναγγέλλει τον έπαινό του.
Τελούμε το μνημόσυνο του αοιδίμου επισκόπου και ποιμένος μας για να εμπνευστούμε από τη θεοφιλή πολιτεία του κατά την προτροπή του Αποστόλου των εθνών : «Μνημονεύετε των ηγουμένων υμών, οίτινες ελάλησαν υμιν τον λόγον του Θεού, ων αναθεωρούντες την έκβασιν της αναστροφής μιμείσθε την πίστιν» (Εβρ. 13,7).
Τελούμε το ετήσιο μνημόσυνό του, όπως και την εξόδιο Ακολουθία του, σ᾽ αυτόν τον μεγαλόπρεπο προσκυνηματικό Ναό, που εκείνος οραματίστηκε και με ένθεο ζήλο και πολλούς κόπους ανήγειρε εις τιμήν και μνήμην του εν αγίοις Πατρός ημών Νεκταρίου, επισκόπου Πενταπόλεως, του νεοφανους και θαυματουργού Αγίου των νεωτέρων χρόνων μας.
Επιτρέψατέ μου, λοιπόν, προσφιλείς αδελφοί και αδελφές, εν πνεύματι μαθητείας και με κάθε δυνατή συντομία να προσεγγίσουμε την οσιακή μορφή του αοιδίμου Ιεράρχου, αφού όπως γράφει ο Μέγας Βασίλειος «η των ευπολιτεύτων ανδρών ιστορία οίόν τι φώς τοις σωζομένοις προς την του βίου οδόν εμποιεί» (Ομιλ. 18 εις Γόρδιον μάρτυρα 1, ΒΕΠΕΣ 54, 164).
* * *
Ο Ύδρας Ιερόθεος υπήρξε μια σπάνια ιεραρχική μορφή, αληθινό κόσμημα της ελλαδικής Ιεραρχίας των χρόνων του. Ο Θεός τον είχε προικίσει με πολλά χαρίσματα. Και είχε την ξεχωριστή ευλογία να ανατραφεί πνευματικά κοντά σε ανθρώπους της Εκκλησίας, όπως ο μακαριστός πνευματικός του πατέρας, ο πολύς Αρχιμ. Γερβάσιος Παρασκευόπουλος.
Πέρα και πάνω όμως από την συμβολή του πνευματικού περιβάλλοντος στο οποίο βρέθηκε, ήταν η χάρη του Θεού που τον είχε επισκιάσει και ο δικός του ισόβιος πνευματικός αγώνας, που συνετέλεσαν στη διαμόρφωση της ακτινοβόλου ιερατικής προσωπικότητάς του. Σημειώνω μερικά από τα έκδηλα γνωρίσματα της προσωπικότητάς του, που εύκολα διαπίστωναν όσοι είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν και να τον αναστραφούν.
1. Ο Μητροπολίτης Ύδρας Ιερόθεος διέθετε ιεραρχική στόφα. Αντικρύζοντάς τον συνειδητοποιούσες ότι απέναντί σου είχες έναν αληθινό ιεράρχη, που εξέπεμπε μια ανεπιτήδευτη πνευματική αρχοντιά στο παρουσιαστικό του, στις κινήσεις του, στα λόγια του. Σεμνός, ιεροπρεπής, μετρημένος σε όλα του, με ασκητικό πρόσωπο, καθαρά μάτια και φωτεινό βλέμμα. Προσηνής στην επικοινωνία του με τους άλλους, γλυκύς στους τρόπους, διαλλακτικός στις απόψεις του, σταθερός στις αρχές του, αυστηρός στο ήθος, είχε το χάρισμα να επιβάλλεται. Να εμπνέει σεβασμό. Να κατευθύνει τη συζήτηση. Να ανεβάζει το επίπεδο του διαλόγου. Να οικοδομεί με τον «αλατι ηρτυμένο» (Κολ. 4,6) λόγο του. Ο Ύδρας Ιερόθεος ήταν ένας άρχοντας Ιεράρχης χωρίς τύφο και έπαρση, προσποίηση η διάθεση επιδείξεως.
2. Ως λειτουργός ο μακαριστός γέροντας ήταν απαράμιλλος, αληθινός μυσταγωγός. Η ώρα της λατρείας και ιδιαίτερα η τέλεση της θείας Λειτουργίας ήταν κατ᾽ εξοχήν ο χρόνος και ο τόπος που απεκάλυπταν την αρχοντιά που τον διέκρινε και την πνευματικότητα από την οποία ενεφορείτο. Ακρίβεια, ιεροπρέπεια, σεμνότης, προσοχή, προσήλωση, συναίσθηση ήταν τα εμφανή χαρακτηριστικά του Ιεροθέου ως λειτουργού.
Είχε φόβο Θεού, αίσθηση του ιερού, επίγνωση των δρωμένων. Με τη λειτουργική του παρουσία ενέπνεε τους συλλειτουργούς του —όποιοι κι αν ήταν αυτοί, επίσκοποι, πρεσβύτεροι, διάκονοι— και βοηθούσε τους πιστούς που παρίσταντο να συμμετέχουν εν κατανύξει στα τελούμενα. Στο πρόσωπο του λειτουργού Ιεροθέου η μεγαλοπρέπεια της ορθοδόξου λατρείας ήταν αξεχώριστα συνυφασμένη με την πνευματικότητα, την ιεροπρέπεια, τη σεμνότητα, την κατάνυξη. Χρόνος, ρυθμός, άμφια, κινήσεις, ψαλμωδία όλα υπήκουαν στην πραγμάτωση της αποστολικής προτροπής : «Λατρεύωμεν ευαρέστως τω Θεώ μετά αιδούς και ευλαβείας» (Εβρ. 12,28).
3. Ο μακαριστός Ιεράρχης υπήρξε και ακάματος εργάτης του θείου λόγου. Βαθύς γνώστης ο ίδιος της Αγίας Γραφής και ακούραστος μελετητής της πατερικής σοφίας, πίστευε στη δύναμη του εκκλησιαστικού κηρύγματος. Και γι᾽ αυτό πάντοτε —ακόμη και σε δευτερεύουσες και ολιγάνθρωπες εκκλησιαστικές συνάξεις— δεν παρέλειπε να ομιλεί.
Ο λόγος του ήταν ρέων, λιτός, σαφής, σεμνός, χωρίς στόμφο και διάθεση επιδείξεως. Η επιδίωξή του ήταν να οικοδομήσει το εκκλησίασμα και όχι να εντυπωσιάσει. Ενώ συχνά είχε και παλμό και εξέπεμπε δύναμη, παρέμενε πάντοτε λόγος εκκλησιαστικός· ξένος προς κάθε δημαγωγικό στοιχείο και τα τεχνάσματα της ρητορικής.
Τα προσωπικά του πνευματικά βιώματα, η ασκητική ζωή του, ο πόθος της βασιλείας του Θεού που τον συνείχε, η επίγνωση της ματαιότητας των εγκοσμίων πού είχε, προσέδιδαν στις ομιλίες του μια ασυνήθιστη πνευματική χάρη και ο λόγος του ασκούσε βαθειά επίδραση στις καρδιές των ακροατών του. Εξέπεμπε μια τέτοια δύναμη που έπειθε τον νου, αιχμαλώτιζε την καρδιά και ανέπαυε το πνεύμα εκείνων που τον άκουγαν. Μπορούμε και στην περίπτωση του μακαριστού γέροντος να ισχυριστούμε αναλογικά αυτό που σημειώνει ο ευαγγελιστής Ματθαίος για τον τρόπο διδασκαλίας του Κυρίου μας : «Ήν γαρ διδάσκων αυτούς ως εξουσίαν έχων, και ουχ ως οι γραμματείς» (Ματθ. 7,29).
4. Ο Ύδρας Ιερόθεος υπήρξε ακόμη και άνθρωπος προσευχής. Αγαπούσε την προσευχή. Εκτιμούσε βαθειά την αξία της. Υπολόγιζε στη δύναμη της. Αφιέρωνε χρόνο για την άσκηση της. Συνιστούσε ενθέρμως και στους άλλους να προσεύχονται. Ενδείξεις και μαρτυρίες μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι και νύχτες ολόκληρες παρέμενε άυπνος, αφιερώνοντας τον γαλήνιο χρόνο της νύχτας στην προσευχή. Πραγματοποιείτο και στο πρόσωπό του αυτό που σημειώνει ο ιερός Λουκάς για τον Κύριό μας Ιησού Χριστό : «και ήν διανυκτερεύων εν τη προσευχή του Θεού» (Λουκ. 6,12).
Η πίστη του στην αξία της προσευχής και η αγάπη του γι᾽ αυτήν εκδηλωνόταν σε κάθε στιγμή της αρχιερατικής ζωής και διακονίας του. Προσευχόταν θερμά για όλους και για όλα. Μνημόνευε στην Πρόθεση εν αγάπη τους πάντες και τα πάντα. Καθετί που σκεπτόταν να ενεργήσει ως επίσκοπος και υπεύθυνος ποιμένας το καθιστούσε κατ᾽ αρχήν αντικείμενο προσευχής.
5. Παράλληλα με τα παραπάνω γνωρίσματα, ο Ιερόθεος υπήρξε και ικανότατος στη διοίκηση και ιδιαιτέρως αποτελεσματικός σε έργα ευποιίας. Αψευδείς μάρτυρες τα όσα με πολλούς κόπους επέτυχε να δημιουργήσει στη Μητρόπολή του και τα οποία καταδεικνύουν όχι μόνο τον ζήλο, την αγάπη και την συμπάθειά του προς τον πάσχοντα άνθρωπο, αλλά και το δημιουργικό πνεύμα και τις πολλές πρακτικές ικανότητές του. Ευμοίρησε να έχει πολλούς και καλούς συνεργάτες. Και αξιώθηκε να δει τέσσερις εκ των κληρικών που χειροτόνησε να αναδεικνύονται επίσκοποι της Εκκλησίας μας.
*
Σε ηλικία ογδόντα ετών και μετά από τριαντατρία χρόνια ποιμαντορίας στον Μητροπολιτικό Θρόνο της Ύδρας ο μακαριστός γέροντας υπέβαλε την παραίτησή του για λόγους υγείας στις 14 Δεκεμβρίου 2000. Μία επιπλέον πράξη που αποδεικνύει το βαθύ αίσθημα ευθύνης που πάντοτε τον διέκρινε έναντι της αγίας Εκκλησίας μας και του υψηλού λειτουργήματός του που εκείνη του εμπιστεύθηκε.
Στα χρόνια που ακολούθησαν μέχρι την εκδημία του (15 Ιουλίου 2008) ο σεπτός Ιεράρχης παρέμεινε εφησυχάζων κατά βάσιν στο επισκοπείο της Αίγινας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είχε παύσει να ενδιαφέρεται για τα γενικότερα ζητήματα της Εκκλησίας και ειδικότερα για κείνα που αφορούσαν τον κλήρο, τους πιστούς, τα ιδρύματα και τη ζωή των τοπικών κοινωνιών των νησιών του Σαρωνικού.
Υπέμεινε αγόγγυστα τον κόπο του τιμίου γήρατός του και τη δοκιμασία των διαφόρων ασθενειών του. Διατήρησε τη διαύγεια του πνεύματός του και την ικανότητα επικοινωνίας μέχρι τέλους, παρά τα κινητικά προβλήματα, την εκφραστική δυσκολία και τη μείωση της οράσεως του. Η αγάπη του προς τον Χριστό, η δύναμη της πίστεώς του, η ειρήνη της συνειδήσεώς του, ο πόθος της βασιλείας του Θεού τον διατηρούσαν ήρεμο, γαλήνιο, αναμένοντα ανά πάσαν ώρα την εκδημία του από τον παρόντα κόσμο και την είσοδο του στην αιώνια κατάπαυση της Βασιλείας του Θεού.
Είναι βέβαιο ότι ως «παρρησίαν έχων προς τον Θεόν» (Α’ Ιω. 3,21) εύχεται για όλους μας. Και το παράδειγμά του, τα ίχνη της θεοφιλούς πολιτείας του, αποτελούν και θα εξακολουθήσουν να αποτελούν πηγή έμπνευσης και στηριγμού ημών «των περιλειπομένων» (Α’ Θεσσ. 4,15).
ΙΕΡΟΘΕΟΥ αρχιερέως, του σεπτού και αδαμαντίνου Ιεράρχου της Ύδρας και αξιοσεβάστου γέροντός μας, αιωνία η μνήμη!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου